ΤΟΥ ΜΑΡΙΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ
Ενάγουσα η Charitin Baez Nunez, από τη Δομινικανή Δημοκρατία και εναγόμενοι ο ιδιοκτήτης και άλλοι εργαζόμενοι στο καμπαρέ Roxy στη Λευκωσία, που έχει κλείσει

Η Λίντα Λάπα (δεξιά) με την Επίτιμη Πρόεδρο της οργάνωσης Cyprus Stop Trafficking, Ανδρούλα Χριστοφίδου Henriques στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας στις 10 Οκτωβρίου 2016.
Με τη σκληρή αντεξέταση της Λίντας Λάπα, ιδρυτικού στελέχους της μη κυβερνητικής οργάνωσης Cyprus Stop Trafficking, που αγωνίζεται για την καταπολέμηση του σωματεμπορίου για σεξουαλική εκμετάλλευση στην Κύπρο, συνεχίστηκε τη Δευτέρα 10 Οκτωβρίου 2016 η διαδικασία ενώπιον του Δικαστή Αλέξανδρου Παναγιώτου στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, όπου εκδικάζεται η πρώτη αστική αγωγή στην Κύπρο, κατά την οποία αναγνωρισμένο από την Αστυνομία θύμα σωματεμπορίου, διεκδικεί αποζημίωση για τη σεξουαλική εκμετάλλευση που υπέστη. Εναγόμενοι στην υπόθεση, που χρονολογείται από το 2008, είναι ο ιδιοκτήτης Γ. Γεωργίου και τρεις άλλοι εργαζόμενοι στο καμπαρέ Roxy στη Λευκωσία, που έχει κλείσει στο μεταξύ.
Ενάγουσα είναι η Charitin Baez Nunez, από τη Δομινικανή Δημοκρατία, παντρεμένη και μητέρα τριών παιδιών στην πατρίδα της. Η ποινική πτυχή έχει ήδη εκδικαστεί, και οι κατηγορούμενοι έχουν αθωωθεί, γιατί οι γυναίκες θύματα (όλες από τη Δομινικανή Δημοκρατία, εργαζόμενες στο Roxy) θεωρήθηκαν από το Κακουργιοδικείο «αναξιόπιστες».
Η κατάθεση της Σούπερμαν

Η Υπαστυνόμος Ρίτα Σούπερμαν με τους δημοσιογραφους Μάριο Δημητρίου και Ξένια Γεωργίου στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, στην πρώτη δικάσιμο της υπόθεσης στις 2 Ιουνίου 2016, όταν είχε καταθέσει ως πρώτη μάρτυρας υπεράσπισης.
Η πρώτη δικάσιμος της υπόθεσης διεξήχθη στις 2 Ιουνίου 2016, με κατάθεση της Υπαστυνόμου Σούπερμαν, μέσα από ερωτήσεις του δικηγόρου της ενάγουσας, Χάρη Σταυράκη. Όπως αναφέραμε σε προηγούμενο ρεπορτάζ, η υπερασπιστική γραμμή των δικηγόρων των εναγομένων, Νάσου Παναγιώτου και Μιχάλη Κιτρομηλίδη, κινήθηκε σε έναν πολυεπίπεδο άξονα αμφισβήτησης της αξιοπιστίας της Υπαστυνόμου Σούπερμαν και της ενάγουσας Charitin Nunez, όπως και του σημαντικού ανθρωπιστικού έργου στα ιδιωτικά καταφύγια φιλοξενίας και στήριξης των γυναικών θυμάτων. Στην κατάθεσή της, η Ρ. Σούπερμαν είχε αναφέρει ότι συνάντησε την κοπέλα τον Μάιο 2008 στο ιδιωτικό καταφύγιο θυμάτων σωματεμπορίου της οργάνωσης ΣΤΙΓΜΑ, με υπεύθυνη την Έλενα Πισσαρίδου (σ.σ. το καταφύγιο, που έκλεισε τελικά το 2008, λόγω οικονομικών προβλημάτων, ίδρυσε το 2004 ο πατήρ Σάββας Μιχαηλίδης, ιερέας της Ρωσικής Εκκλησίας στη Λεμεσό).
Η Charitin είχε καταφύγει εκεί, αφού δραπέτευσε από το καμπαρέ Roxy στη Λευκωσία, όπου εργαζόταν. Η Ρίτα Σούπερμαν είπε ότι η κοπέλα αυτή και άλλες τρεις, που τις συνάντησε στη Λεμεσό για σκοπούς αναγνώρισης, «ήταν τρομοκρατημένες και σε πολύ άσχημη ψυχολογική κατάσταση και οι ίδιες δήλωσαν ότι ήθελαν να καταγγείλουν τα άτομα που θεωρούσαν υπεύθυνα για τη σεξουαλική εκμετάλλευσή τους, στο καμπαρέ Roxy».
Η αντεξέταση της Σούπερμαν
Στη δικάσιμο τη 14ης Ιουνίου 2016, ο δικηγόρος Νάσος Παναγιώτου αντεξέτασε για τρεις ώρες την Υπαστυνόμο Ρίτα Σούπερμαν επιχειρώντας να κλονίσει την επαγγελματική αξιοπιστία της, ενώ παρουσίασε την Έλενα Πισσαρίδου ως έναν «ιδιώτη επιχειρηματία» και το καταφύγιο του ΣΤΙΓΜΑ ως μια «ιδιωτική επιχείρηση», από αυτές που, όπως είπε, «ψαρεύουν κοπέλες, που εργάζονται σε καμπαρέ, τις οδηγούν στο καταφύγιο ως θύματα σωματεμπορίου και μετά ζητούν από το κράτος χορηγία». Η Ρ. Σούπερμαν είπε ότι το Γραφείο της είχε οδηγίες από τον Αρχηγό Αστυνομίας να συνεργάζεται με το συγκεκριμένο καταφύγιο και ότι «ήταν για μας ένα πλεονέκτημα που λειτούργησε αυτό το καταφύγιο και πρόσφερε υπηρεσίες στις κοπέλες θύματα. Μια κοπέλα που φεύγει από συνθήκες εκμετάλλευσης, δεν είναι δεοντολογικό να βρει προστάτη, έστω και τον πιο καλό αστυνομικό του κόσμου. Η ταμπέλα που φέρουμε, του αστυνομικού, έχει αρνητικό αντίκτυπο στα θύματα και δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε, χωρίς τη βοήθεια των μη κυβερνητικών οργανισμών».
Σε αναφορές του Ν. Παναγιώτου ότι μια από τις κοπέλες «εκπορνευόταν με την ελεύθερη θέλησή της» (και μάλιστα προσκόμισε ως τεκμήρια, τρεις μεγεθυμένες φωτογραφίες, τις οποίες ο δικηγόρος Χάρης Σταυράκης χαρακτήρισε «χυδαίες»), είπε η Ρίτα Σούπερμαν: «Καμιά γυναίκα δεν έχει όνειρο ζωής να κάνει καριέρα πόρνης. Πάντα κάτι κρύβεται πίσω και δεν υπάρχει ελεύθερη βούληση καμιάς κοπέλας, να γίνει πόρνη».
Η δήλωση της Λίντας Λάπα
Στη δικάσιμο της 10ης Οκτωβρίου 2016 ο Νάσος Παναγιώτου αντεξέτασε το ίδιο σκληρά τη δεύτερη μάρτυρα υπεράσπισης Λίντα Λάπα, μετά που αυτή, υπέγραψε γραπτή δήλωσή της και τη διάβασε στο Δικαστήριο. Σύμφωνα με τη δήλωση, η Charo, όπως αποκαλείτο χαϊδευτικά η ενάγουσα, «της διηγήθηκε ότι οι άνθρωποι του καμπαρέ Roxy, την έκλεισαν μαζί με πέντε άλλες κοπέλες που είχαν έρθει μαζί της απο την πατρίδα τους, στην Κύπρο, σε ένα μικρό δωμάτιο και παρά τα κλάματα και διαμαρτυρίες τους, πήραν και κατακράτησαν τα διαβατήρια και τα συμβόλαια εργοδότησής τους και τους δήλωσαν ότι θα πρέπει να εργαστούν στο καμπαρέ το οποίο ανήκε στον πρώτο εναγόμενο. Μου είπε επίσης ότι τις είχαν εγκλωβισμένες στο καμπαρέ πληρώνοντές τις μηδαμινά ποσά και ότι οι υπόλοιποι τρεις εναγόμενοι, τις εξωθούσαν με βία, απειλές και ψυχολογικό εξαναγκασμό, να εκπορνεύονται με άτομα της επιλογής των εναγομένων. Με τη λήξη της δίκης, η Charo αναχώρησε για την πατρίδα της με την πρόσθετη αγωνία του τι θα έλεγε στον σύζυγό της γι’ αυτά που βίωσε στην Κύπρο. Όντως, όπως πληροφορήθηκα, ο σύζυγός της την απέρριψε και βασικά την πέταξε στο δρόμο, δημιουργώντας της έτσι επιπρόσθετη ταλαιπωρία. Εμείς σαν οργάνωση, την στηρίξαμε και όταν ήταν στη χώρα της οικονομικά, για να εργαστεί σαν μοδίστρα και εγώ προσωπικά κράτησα επαφή μαζί της μέχρι σήμερα. Έμεινε με την ξαδέλφη της για αρκετό διάστημα και μετά επανασυνδέθηκε με τον σύζυγό της που τελικά αντελήφθηκε τι ακριβώς της είχε συμβεί».
«Πολύ θεάρεστο έργο»
Αντεξετάζοντας την κυρία Λάπα, ο Νάσος Παναγιώτου προσπάθησε ν’ απαξιώσει την οργάνωση Cyprus Stop Trafficking, λέγοντας μεταξύ άλλων ότι «πουθενά δεν αναφέρεται στον νόμο του 2007 για το σωματεμπόριο», ενώ αναφερόμενος στον πατέρα Σάββα Μιχαηλίδη, είπε ότι αυτός «δεν είναι αρμόδιο πρόσωπο, ούτε και το καταφύγιο του είναι αρμόδιο, για να εμπλέκεται στην εφαρμογή του νόμου για το σωματεμπόριο».
Η Λίντα Λάπα, του απάντησε ότι το Cyprus Stop Trafficking δεν είναι κυβερνητικη, αλλά μη κυβερνητική οργάνωση που προσπαθεί να βοηθήσει θύματα σωματεμπορίου. Πρόσθεσε ότι «ο πατήρ Σάββας Μιχαηλίδης άνοιξε με τη βοήθεια της Μητρόπολης Λεμεσού το καταφύγιο θυμάτων σωματεμπορίου στη Λεμεσό, ως μη κυβερνητική εθελοντική οργάνωση που έκανε πολύ θεάρεστο έργο». Είπε χαρακτηριστικά ότι το καταφύγιο αυτό φιλοξένησε περίπου 300 κοπέλες θύματα σωματεμπορίου.
«Ψάρεμα» και «προσηλυτισμός»
Ο Νάσος Παναγιώτου αναφέρθηκε και σε μια απο τις κοπέλες του Roxy, «αδελφικη φίλη της ενάγουσας», (την ίδια που ανέφερε αντεξετάζοντας και την Υπαστυνόμο Σούπερμαν), υποστηρίζοντας ότι «ενώ ήταν παραπονούμενη στο Κακουργιοδικείο, απελάθηκε απο την αρμόδια υπηρεσία στη χώρα της, πριν δώσει μαρτυρία, γιατί εκπορνευόταν, ενώ ήταν υπό την προστασία της Αστυνομίας». Έκανε επίσης αναφορά σε άλλη κοπέλα «που δεν καταφέρατε να την πείσετε να δώσει ψεύτικη μαρτυρία στο Δικαστήριο».
Στο σημείο αυτό έφερε ένσταση ο δικηγόρος της ενάγουσας Χάρης Σταυράκης, επισημαίνοντας ότι «διαρκώς ο συνάδελφος αναφέρεται στην ποινική υπόθεση και στα τεκταινόμενά της και αυτά που λέει, ειναι εντελώς άσχετα με την παρούσα υπόθεση, που ειναι μια αστική υπόθεση της ενάγουσας». Ο Ν. Παναγιώτου, του απάντησε ότι «αυτά ειναι πολύ σχετικά με την αξιοπιστία της ενάγουσας». Στη συνέχεια αναφέρθηκε σε άλλη κοπέλα με το όνομα Μπρέντα, που όπως είπε, «ψάρευε κοπέλες με υποσχέσεις για οικονομική βοήθεια, για να δίνουν καταθέσεις και να καταγγέλλουν τους εργοδότες τους». Υποστήριξε ότι αυτή ήταν αναγνωρισμένο θύμα σωματεμπορίου, που εργάστηκε για 6 μήνες σε καμπαρέ, έφυγε και ξαναεπέστρεψε στο ίδιο καμπαρέ για να κάνει την ίδια δουλειά. Προσηλυτίσθηκε, όπως ήταν η τακτική, για να φύγει απο το καμπαρέ, να πάει στο καταφύγιο του πάτερ Σάββα και να καταγγείλει τους εργοδότες της».
Η Λίντα Λάπα απάντησε ότι «από εμάς, σίγουρα δεν προσηλυτίσθηκε». Σε κάποιο σημείο της αντεξέτασης, είπε απευθυνόμενη στον Ν. Παναγιώτου, «προσπαθείτε να με βγάλετε ψεύτισσα».
Περί «αθώων ανθρώπων»
Ο Νάσος Παναγιώτου υπέβαλε ότι ανάμεσα στις πέντε κοπέλες από τη Δομινικανή Δημοκρατία, ήταν δύο αδελφές, η μια απο τις οποίες, «τοποθετήθηκε στο κατηγορητήριο ως παραπονούμενη, αλλά όχι μόνο δεν έμεινε παραπονούμενη, αλλά κατέθεσε ως μάρτυρας υπερασπίσεως. Είπε στο Δικαστήριο ότι υπήρξαν υποσχέσεις και παραινέσεις για παροχή χρημάτων, προκειμένου να δώσει μαρτυρία υπέρ της ενάγουσας. Η αδελφή της προσποιήθηκε ότι αρρώστησε, για να φύγει απο την Κύπρο και να μη λάβει μέρος στη διαδικασία που θα γινόταν εναντίον του εναγόμενου. Η θέση της ήταν ότι «εγώ δεν μπορώ να κατηγορήσω αθώους ανθρώπους».
Ο Νάσος Παναγιώτου απευθυνόμενος στη Λ. Λάπα, ισχυρίσθηκε ακόμα ότι «η οργάνωσή σας, (σ. σ. το Cyprus Stop Trafficking), παρακολουθούσε ανελλιπώς τη δίκη στο Κακουργιοδικείο και είχατε «εργοδοτήσει» συγκεκριμένη δημοσιογράφο του Cyprus Mail, η οποία κάλυπτε δημοσιογραφικά τη δίκη», με τη Λίντα Λάπα να τον διαψεύδει έντονα.
Ποιοι είχαν συμφέρον;
Σύμφωνα με τον Ν. Παναγιώτου, «ο λόγος που δεν ήρθε καμιά απο τις υπόλοιπες τέσσερις κοπέλες να δώσουν μαρτυρία στο Δικαστήριο, είναι γιατί τις ξεγελάσατε και δεν τους δώσατε τα χρήματα που τους υποσχεθήκατε και τα δώσατε μόνο στη Charitin». Η Λ. Λάπα απάντησε ότι δεν συνέβη τέτοιο πράγμα και είναι τελείως λάθος».
Σε παρέμβασή του ο Χάρης Σταυράκης ρώτησε τη Λίντα Λάπα, κατά πόσο έχει ακούσει κάτι διαφορετικό, για τον λόγο για τον οποίο οι κοπέλες αυτές, έφυγαν πριν από τη δίκη στο Κακουργιοδικείο. «Εμείς έχουμε ακούσει», απάντησε η κυρία Λάπα, ότι ορισμένες απο τις κοπέλες που έφυγαν, απειλήθηκαν. Άλλες, τους πλήρωσαν τα χρέη τους. Εκείνοι που είχαν συμφέρον να μην καταθέσουν οι μάρτυρες κατηγορίας, δεν ήταν η οργάνωσή μας, ούτε η Κατηγορούσα Αρχή, αλλά οι εναγόμενοι».
Στο τέλος της διαδικασίας, ο Χάρης Σταυράκης ζήτησε απο το Δικαστήριο «μια κάπως μακρά αναβολή», για να κλητεύσει όπως είπε, τρεις μάρτυρες. Σε αυτούς περιλαμβάνεται η ενάγουσα Charitin Baez Nunez, που θα έρθει απο τη Δομινικανή Δημοκρατία και δύο αξιωματούχοι του κράτους. Η υπόθεση θα συνεχιστεί το πρωί της 17ης Νοεμβρίου 2016.